Ο μύθος του Ορέστη

   Στην ελληνική μυθολογία, ο Ορέστης κατάγεται από τη γενιά των Ατρειδών και είναι γιος του βασιλιά του Άργους Αγαμέμνονα και της Κλυταιμνήστρας. Ήταν παιδί ακόμα όταν ο πατέρας του Αγαμέμνων γύρισε από την Τροία και δολοφονήθηκε μέσα στα επινίκια λουτρά από τη γυναίκα του Κλυταιμνήστρα και τον εραστή της και σφετεριστή του θρόνου Αίγισθο. Η αδελφή του Ηλέκτρα, επειδή φοβόταν για τη ζωή του Ορέστη, τον έστειλε στο θείο τους Στρόφιο στη Φωκίδα. Εκεί ο Ορέστης συνδέθηκε με βαθιά φιλία με τον ξάδελφό του Πυλάδη. Όταν ενηλικιώθηκε, ο Ορέστης επέστρεψε στο ‘Αργος, συνοδευόμενος από τον Πυλάδη, για να εκπληρώσει το χρησμό του Απόλλωνα : να εκδικηθεί το θάνατο του πατέρα του, σκοτώνοντας τη μητέρα του Κλυταιμνήστρα και τον σφετεριστή του θρόνου Αίγισθο.
  Στον ομώνυμο δραματικό μονόλογο του Ρίτσου, ο Ορέστης, μπροστά στην πύλη των μυκηναϊκών ανακτόρων, συνοδευόμενος από το σιωπηλό Πυλάδη, θα πάρει μέσα σε μια νύχτα μιαν απόφαση που θα ανατρέψει ολόκληρη τη ζωή του. 
   «Περισσότερο από τραγικός, ο Ορέστης (1966) του Γιάννη Ρίτσου είναι ήρωας δραματικός. Οδυνηρή εκλογή, δίλημμα που θα προσπαθήσει να το λύσει μέσα σ’αυτή τη νύχτα. Ο μονόλογός του ανακινεί καίρια προβλήματα: το πρόβλημα του ήρωα και του ειδώλου του, της αλλοτρίωσης μέσα σ’έναν κοινό αγώνα, και πριν απ’όλα το πρόβλημα της πράξης [...]. Δεν πρόκειται εδώ για κάποιο αίσθημα ενοχής του Ορέστη, αλλά για τη διαπίστωση του προσωπικού διχασμού του, για την απειλή της εξαφάνισης του εγώ του. Δύο αντίρροπες δυνάμεις λοιπόν δρουν μέσα του: η διεκδίκηση της ατομικής του ακεραιότητας και μια κοινωνική επιταγή, την οποία αρχικά δεν συμμερίζεται. Κι όμως μια γέφυρα αποκαθίσταται στο τέλος του ποιήματος».
                                              
                                                      Χρύσα Προκοπάκη